Έδωσα αυτόν τον τίτλο στο παρόν δοκίμιο όχι μόνο επειδή ο λοιμός είναι το αντικείμενο του, αλλά και ως φόρο τιμής στο μεγάλο μυθιστόρημα του Camus που φέρει τον ίδιο τίτλο. Κυρίως, όμως, επειδή ο συγγραφέας ήταν τόσο ακριβής στην πρόβλεψη αυτού που αντιμετωπίζουμε σήμερα, σε παγκόσμιο επίπεδο με την πανδημία του ιού COVID-19, αλλά και στο κατά πόσο εμείς όσο και ο πληθυσμός του Οράν αντιμετωπίσαμε την πανδημία με παρόμοιο τρόπο.
Εκεί, η πανούκλα ξεκίνησε με τους αρουραίους να αιμορραγούν και να πεθαίνουν, και, στη συνέχεια, οι άνθρωποι να υποφέρουν μαζικά με τον ίδιο τρόπο και να υποκύπτουν και αυτοί με τη σειρά τους. Οι πολίτες του Οράν, αναφέρει ο Camus στο έργο του, “εργάζονται σκληρά αλλά με μόνο τους στόχο το να γίνουν πλούσιοι. Το μόνο τους ενδιαφέρον είναι το εμπόριο.” Η αρχική προσέγγιση των αρχών στην επιδημία ήταν ότι “το κοινό δεν πρέπει να ανησυχήσει” και ο συγγραφέας σχολιάζει περαιτέρω ότι “υπήρξαν τόσοι λοιμοί όσοι και οι πόλεμοι στην ιστορία, αλλά κάθε φορά που συμβαίνουν, προκαλούν εξίσου μεγάλη έκπληξη στους ανθρώπους. Ο λοιμός δεν είναι κάτι που δημιουργήθηκε στα μέτρα του ανθρώπου, γι ‘αυτό λέμε στον εαυτό μας ότι είναι ένα κακό όνειρο που απλά θα εξαφανιστεί. Μόνο που δεν συμβαίνει αυτό! Έτσι οι άνθρωποι συνεχίζουν τις ζωές τους. Πώς θα έπρεπε να είχαν σκεφτεί και αντιμετωπίσει την πανούκλα, όταν εξ ορισμού αποκλείει οποιοδήποτε μέλλον όπου οι άνθρωποι θα μπορούν να αισθάνονται ελεύθεροι και να δικαιούνται την εν λόγω ελευθερία, αλλά και παράλληλα κανείς δεν μπορεί να είναι ελεύθερος απέναντι σε έναν λοιμό.”
Τα καταστροφικά αποτελέσματα του COVID-19 κατά τη διάρκεια της πανδημίας είναι προφανή, αλλά όσον αφορά στη μετά την πανδημία εποχή -και όχι μόνο αναφορικά με τη ναυτιλία αλλά γενικότερα- υπάρχει μια πληθώρα παραγόντων που πρέπει να ληφθούν υπόψη:
Σε τι βαθμό θα μπορούμε να εξετάσουμε και να εντοπίσουμε συμπτωματικά και ασυμπτωματικά θύματα της νόσου, σε παγκόσμιο επίπεδο;
Θα μπορέσουμε να αποκτήσουμε ένα ασφαλές εμβόλιο και να είμαστε έτοιμοι να το διαθέσουμε σε παγκόσμια κλίμακα;
Και για πόσο καιρό το εν λόγω εμβόλιο θα εξασφαλίζει ανοσία;
Θα μπορέσουμε να βρούμε ένα φάρμακο που να θεραπεύει οριστικά την ασθένεια;
Θα είναι πρόθυμοι οι άνθρωποι να προχωρήσουν στον εμβολιασμό τους ή θα παρατηρηθεί μεγάλη αποχή λόγω του φόβου για πιθανές μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην υγεία;
Τέλος, τίθεται το θέμα εάν το ευρύ κοινό -με στόχο την επιδίωξη της ελευθερίας του- θα καταφέρει να ξεπεράσει τον διάχυτο φόβο του θανάτου που σταδιακά διείσδυσε και διαπέρασε την ύπαρξή του κάθε ατόμου και επέδρασε, εδώ και πάλι με τα λόγια του Camus, στην “ενστικτωδώς ισχυρότερη επιθυμία τους […] να συμπεριφέρονται σαν να μην έχει αλλάξει τίποτα;”, αφ’ ενός μέσω ενός ασφαλούς εμβολίου και ενός αποτελεσματικού φαρμάκου και αφ’ εταίρου χάριν στη στάση των αρχών που επιδεικνύουν ετοιμότητα και προθυμία να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για τον μετριασμό της εξάπλωσης της νόσου, όταν οι δοκιμές και η ανίχνευση υποδεικνύουν σποραδικές εστίες. Ακόμα κι αν επιτευχθούν οι πολύ απαιτητικοί στόχοι για την δημόσια υγεία και τους πολίτες, τρέφω μεγάλες αμφιβολίες επί του θέματος.
Ο αρχικός μου σκοπός είναι να κάνω εικασίες σχετικά με τις επιπτώσεις της πανδημίας COVID-19 στη ναυτιλία.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν λέγοντας ότι η ναυτιλία έχει όντως μέλλον αλλά, καθ ‘όλη τη διάρκεια της πανδημίας, λειτουργεί υπό περιορισμούς και θα συνεχίσει προφανώς να λειτουργεί με τον τρόπο αυτό. Στη συνέχεια, μετά την πανδημία, υποθέτω ότι η ζήτηση τόσο στους τομείς λιανικής όσο και χονδρικής θα συρρικνωθεί παρά τα μαζικά μέτρα ανακούφισης από την κυβέρνηση και την κεντρική τράπεζα, διότι ο καταναλωτής θα είναι γενικά απρόθυμος ή ανίκανος να αγοράσει αγαθά ή/και υπηρεσίες με τον ρυθμό που έκανε πριν από την πανδημία. Μια περαιτέρω συρρίκνωση του εμπορίου φαίνεται αναπόφευκτη με τα κοντόφθαλμα λαϊκιστικά μέτρα που ελήφθησαν από τους ηγέτες, με απώτερο σκοπό το να μεταθέσουν την προσοχή των πολιτών τους ή να καθησυχάσουν την οργή τους σχετικά με τη νόσο, μέσω επεμβάσεων στην τιμολόγηση των αγαθών και υπηρεσιών και με την επιβολή εμπάργκο, οι οποίες έχουν ήδη τεθεί σε εφαρμογή, αλλά θα πολλαπλασιαστούν καθώς τα έθνη επιστρέφουν σε πολιτικές ψυχρού πολέμου, που ευελπιστούμε να παραμείνουν “ψυχροί” και να μην μετατραπούν σε πολύ “καυτούς” πολέμους.
Οι σημαντικές επενδύσεις που είναι απαραίτητες για την ενίσχυση του εμπορίου θα περιοριστούν, θα αναβληθούν ή θα ακυρωθούν εντελώς, καθώς η αποδεκτή απόδοση του κεφαλαίου καθίσταται ασαφής, αν όχι εντελώς μη πραγματοποιήσιμη. Κανένας τομέας της ναυτιλίας δεν θα διαφυλαχθεί, ούτε αυτός του ξηρού φορτίου χύδην ή της μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, ούτε των υγρών φορτίων συμπεριλαμβανομένων των μεταφορών φυσικού αερίου, ούτε της μεταφοράς προϊόντων από πλατφόρμες θαλάσσιας εξόρυξης, ούτε, φυσικά, ο τομέας της κρουαζιέρας. Δεν είναι σκοπός του παρόντος δοκιμίου να εξετάσει συγκεκριμένα το γιατί και τον τρόπο με τον οποίο θα υποφέρει ο κάθε τομέας ξεχωριστά, αλλά θα αναφερθώ εν συντομία σε δύο τομείς:
Ο τομέας της κρουαζιέρας θα υποστεί δραματική μείωση της ζήτησης, καθώς έχει λάβει τη χειρότερη δυνατή δημοσιότητα κατά τη διάρκεια αυτής της πανδημίας, η οποία ενστάλαξε τον φόβο και τον τρόμο στους εν δυνάμει πελάτες, σε αντίθεση με προηγούμενες εικόνες αίγλης και ασφαλών και άνετων ταξιδιών και περιηγήσεων σε απίστευτα φθηνές τιμές, όπως παρουσιάζονταν στην τηλεοπτική σειρά The Love Boat.
Ο δε τομέας μεταφοράς υγρών θα υποφέρει επίσης από τη μείωση της ζήτησης, αλλά και πιο συγκεκριμένα το κομμάτι του τομέα αυτού που αφορά στις μεταφορές φυσικού αερίου με την αναβολή ή την κατάργηση διαφόρων τερματικών σταθμών εξαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου παγκοσμίως, καθένας από τους οποίους απαιτεί τεράστιες επενδύσεις κεφαλαίου, και πάλι με αμφίβολα ικανοποιητικές αποδόσεις. Η αφθονία του φυσικού αερίου παγκοσμίως έχει μειώσει τις διαφορές τιμών μεταξύ των περιοχών που υπήρχαν κατά τη διάρκεια της εν λόγω διαφοροποίησης των τιμών και οδηγούσε σε εκτεταμένες κινήσεις του εμπορεύματος. Φυσικά, η ναυτιλία έχει το πρόσθετο αρνητικό οικονομικό αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής. Ως εκ τούτου, η επακόλουθη, αυξανόμενη διεθνής ανησυχία για τις εκπομπές άνθρακα θα οδηγήσει σε αύξηση της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας εις βάρος των ορυκτών καυσίμων, η μεταφορά των οποίων είναι η κύρια κίνηση εμπορευμάτων μεταφοράς φορτίου χύδην. Επιπλέον, αυστηροί και επαχθείς κανονισμοί στα καύσιμα που καταναλώνονται από πλοία στη θάλασσα και οι εκπομπές που προκύπτουν από αυτά θα διαβρώσουν περαιτέρω την κερδοφορία.
Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα ότι όντως, η ναυτιλία έχει μέλλον, αλλά βραχυπρόθεσμα θα είναι δύσκολο να διασφαλιστεί μια αξιοπρεπής απόδοση κεφαλαίου και, ακόμη και μακροπρόθεσμα, μετά την πανδημία του COVID-19, οι γενναιόδωρες πληρωμές θα είναι σπάνιες και δύσκολο να διατηρηθούν ακόμη και όταν ο κόσμος θα επιστρέψει σε μια νέα «κανονικότητα». Οι σύντομες και απότομες κατακόρυφες αυξήσεις που σημειώθηκαν πρόσφατα στα δεξαμενόπλοια ως αποτέλεσμα του Σαουδαραβικού-Ρωσικού πολέμου τιμών πρέπει να χρησιμοποιηθούν για τη βελτίωση των ισολογισμών των ναυτιλιακών εταιρειών και όχι για την επέκταση των στόλων με παραγγελία σειράς νέων πλοίων.
Ας εξετάσουμε τώρα τα γενικότερα, υπαρξιακά αποτελέσματα της πανούκλας σε εμάς. Χρησιμοποιώντας τα λεγόμενα του Camus σε μια πρόσφατη τηλεδιάσκεψη στην οποία συμμετείχα, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Goldman Sachs επιβεβαίωσε ότι όταν οι άνθρωποι αισθανθούν ασφαλείς από τον ιό, θα επανέλθουν στην προηγούμενη κανονικότητα. Φυσικά, το ζωτικό ερώτημα σε αυτήν την δήλωση παραμένει το πότε και σε ποιο βαθμό οι άνθρωποι θα αισθάνονται τόσο ασφαλείς και δεύτερον, ακόμη και αν αισθάνονται σχετικά ασφαλείς, αν θα επιστρέψουν στις προ-πανδημικές τους συνήθειες.
Άραγε θα δούμε ποτέ, ακόμη και μετά το άνοιγμα των κοινωνιών και την εξάλειψη των lock-downs, εικόνες με γεμάτα από κόσμο εστιατόρια, κινηματογράφους, εμπορικά κέντρα, αεροπλάνα και ξενοδοχεία; Ή μήπως κάποιος θα πρέπει να είναι κωφός και τυφλός για να μην κορεστεί από τις πληροφορίες, αισθανόμενος βαθύ φόβο, και να αλλάξει ριζικά τον τρόπο με τον οποίο, τόσο ο ίδιος όσο και οι άλλοι, θα μετακινούνται και θα αγοράζουν. Παράλληλα, η τάση της αγοράς αγαθών και υπηρεσιών μέσω διαδικτύου δεν θα μπορέσει, κατά τη γνώμη μου, να αντικαταστήσει την αγοραστική δύναμη μέσω της φυσικής παρουσίας του καταναλωτή στα καταστήματα.
Λυπάμαι, διότι ακόμη και αν θα το ήθελα πολύ, τόσο εγώ όσο και οι συνάνθρωποί μου να συμπεριφερόμαστε ως καταναλωτές με προ-πανδημικό τρόπο, αναπόφευκτα θα υπάρξει μια εκτεταμένη, διαρκής ανασφάλεια, αποτρέποντάς μας από το να να επιστρέψουμε στην προηγούμενη κανονικότητα, ακόμη και όταν θα έχει βρεθεί ένα αποτελεσματικό και ασφαλές εμβόλιο, ή/και ένα φάρμακο το οποίο να έχει δοκιμαστεί ευρέως και αποδειχθεί ότι θεραπεύει οριστικά την ασθένεια. Έτσι, το «τίποτα δεν έχει αλλάξει» σε αυτό το πλαίσιο θα παραμείνει έννοια άπιαστη.
Παραθέτοντας τα λόγια του Camus από τον επίλογο του έργου του, “υπάρχουν περισσότερα πράγματα που κάποιος πρέπει να θαυμάζει στους ανθρώπους, παρά να περιφρονηθεί” -μια άποψη την οποία κι εγώ θεωρώ βάσιμη- κάποιος θα μπορούσε να ελπίζει ότι, αντί να επιστρέψουμεμε απουσία αλλαγών μετά το πέρας της πανδημίας, θα βελτιωνόμασταν ως ανθρώπινο είδος στη συμπεριφορά μας γενικότερα αλλά στις διαπροσωπικές μας σχέσεις, ότι οι πολιτικοί σε περιόδους εθνικής και διεθνούς έκτακτης ανάγκης θα πρέπει να βάλλουν στην άκρη την πολιτική και την τρέχουσα δηλητηριώδη έκφανση αυτού του όρου και θα προσπαθήσουν, με διευρυμένο τρόπο σκέψης και βλέποντας μακριά στο μέλλον, να εργαστούν από κοινού για μια λύση στα προϋπάρχοντα και πιεστικά ζητήματα της φτώχειας, των αναποτελεσματικών συστημάτων υγείας, της πείνας, του ρατσισμού, των περιττών συγκρούσεων και της υπερθέρμανσης του πλανήτη, προς όφελος όχι μόνο των πολιτών τους αλλά ολόκληρου του κόσμου.
θα μπορούσε να ελπίζει ότι η ανθρωπότητα, σύμφωνα με τον Camus, θα γίνει περισσότερο αξιοθαύμαστη παρά αξιοκαταφρόνητη και πιο ευσπλαχνική προς τον άνθρωπο και τον κόσμο στον οποίο ζούμε.
Γράψτε ένα σχόλιο ή απάντηση