Καδιώ Σιγάλα

Η συγγραφέας του βιβλίου «Η πάνω Μεριά του κόσμου», Καδιώ Κολύμβα μιλά για την ηρωίδα του, τη γιαγιά της, την Καδιώ Σιγάλα, από την Σαντορίνη, την πρώτη και μόνη εφοπλίστρια στις αρχές του 20ου αιώνα.
Καδιώ Σιγάλα,
Εφοπλίστρια

(Ιανουάριος 2006)

Μέρος 1ο
Η Καδιώ Σιγάλα γεννήθηκε στην Πάνω Μεριά, στην Οία της Σαντορίνης, τον Νοέμβριο του 1882. Είναι κόρη καπετάνιου και παντρεύεται 15 χρονών, επίσης καπετάνιο. Έχει μια μικρότερη αδερφή, δηλαδή η οικογένεια της είχε «την ατυχία» να έχει δύο κορίτσια. Όταν παντρεύεται, ο πατέρας της είναι καπετάνιος και έχει μια σκούνα και ταξιδεύει. Την προικίζει με ένα σπίτι, με λίρες, με χωράφια, με αμπέλια και μια πλούσια οικοσκευή.
Είμαστε στο 1895 και εκείνη δεν αντιμετωπίζει αυτό που κάνει σαν να είναι δουλειά, αλλά μέρος της καθημερηνότητάς της, ως σύζυγος καπετάνιου. Λείπει ο άντρας στα ταξίδια, έρχονται πίσω τα χρήματα, σκέφτεται καταρχήν ότι πρέπει να ξεχρεώσει τη σκούνα του. Διότι όταν παντρεύτηκαν, αυτός είχε μία σκούνα με χρέος. Άρα πρέπει κάπως να συγκεντρωθούν χρήματα. Ο δεύτερος τόπος μετά την πατρίδα της είναι ο Πειραιάς. Το λιμάνι του, γύρω στα 1922, έχει αρχίσει να αποκτά μια εντονότερη παρουσία στα θαλάσσια δρώμενα. Εδώ, μαζί με τους πρόσφυγες της Μικράς Ασίας καταφθάνουν και πολλοί καραβοκύρηδες, κυρίως από τα νησιά του Αιγαίου, που σιγά-σιγά εξελίσσονται σε πλοιοκτήτες.
«Από όσο γνωρίζω και από όσο έχω και πληροφορηθεί, η Σαντορίνη αποτελείται από δύο μέρη, την Πάνω Μεριά και τα Κάτω Μέρη. Εμένα δεν μου αρέσει αυτός ο διαχωρισμός, όμως έγινε διότι οι κάτοικοι της, οι κάτοικοι της Πάνω Μεριάς, κατά μέγα μέρος, ασχολούνταν με την ναυτιλία, είναι λιγότερο άνθρωποι του κάμπου. Είναι δηλαδή καπεταναίοι, έχουν μια σκούνα, ταξιδεύουν, είναι και έμποροι συνάμα. Οι άνθρωποί του κάμπου φροντίζουν τα αμπέλια και άρα αυτό το περίφημο κρασί της Σαντορίνης το Βισάντο ταξιδεύει στα πέρατα του κόσμου, κυρίως στα Μαυροθαλασσιτικά παράλια. Ενώ τα Κάτω Μέρη, το νότιο κομμάτι της Σαντορίνης, κυρίως ασχολείται με τον κάμπο. Θα έλεγα λοιπόν ότι δεν ευημερεί η Σαντορίνη καθόλου. Είναι μια εποχή πολύ σκοτεινή και πάρα πολύ δύσκολη. Είναι ένας τόπος άγριος ένα ξερονήσι, έχει την προϊστορία του και κυριολεκτικά και μεταφορικά. Αυτά όμως όλα τα πράγματα δεν τα γνωρίζουμε παρά μόνο στην αυγή του 20ου αιώνα. Είναι ένα φτωχονήσι, εξάλλου νομίζω τα φτωχά ελληνικά νησιά είναι αυτά που έστειλαν τους άντρες στα καράβια. Αυτή η αναζήτηση έγινε. Δεν θα είχαν λόγο αν ευπορούσαν να φύγουν από ένα τόπο που είναι πλούσιος.»
Η Καδιώ είναι πολύ δυναμική γυναίκα. Δεν έχει ξαναέρθει ποτέ στον Πειραιά. Έρχεται τώρα, σε ηλικία 40 χρονών. Δεν είναι ούτε πολύ μικρή, ούτε πολύ μεγάλη, αλλά – το πιο σημαντικό – δεν είναι καθόλου τρομαγμένη.

Γράψτε ένα σχόλιο ή απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *